#personal #προσωπικό #γονείς #ελληνικα Καποτε —πριν να υπάρξει τζεινη — ενομιζα πως ήξερα τον εαυτό μου. Ένιωθα μια σιουρκάν. Μα ίντα σιουρκάν; Ότι σε μια στροφή της ζωής εν να εξαφανιστώ, χωρίς να αφήκω ίχνος στοιχείου πίσω ότι υπήρξα καποτε πανω σε τούτον τον τόπο. Επίστευκα το που μιτσιής τουτο το πράμαν, ένιξερω γιατι. "Πόσες πιθανότητες έσιει να ζήσω για να φκάλω το σχολείο;" Εφαίνετουν μου σαν κάτι απίστευτα μακρινό. Επίστευκα ότι κάτι εν να γίνει τζαι εν θα προλάβω. "Ώσπου να μιαλήνεις εσού, εν να καταργήσουν τον στρατόν" - θυμούμαι τον παππού μου να μου λαλει, τζαι να γελούν τα μουστάτζια του σαν εθώρεν τον 10 χρονών εγγονόν του να μασουλά την σοκοφρεττα κουκου-ρουκου που τον ετζαίρασεν. Τζαι όπως την άκουα τούτην την κουβέντα, εφαίνετουν μου αστείο, αδιανόητο να πάω στρατό, να κάμω τζείνα που κάμνουν "οι μεγάλοι". Έτο όμως που τα εκαμα ούλα τζείνα που εν υπολόγιζα να καμω. Εσπούδασα, εδούλεψα για χρόνια στες Αγγλίες τζαι τελικά επαντρεύτηκα... Εμιάληνα. Αλήθκεια όμως, τι σημαίνει τούτο το πραμα, "να είσαι μεγαλος"; Ξαναπάμεν πίσω στην αρχική μας κουβέντα. Κάποτε — πρίν να υπάρξει τζεινη — ενόμιζα πως ήξερα τον εαυτό μου. Ποιαν "τζεινην" ακουω να ρωτατε. Μα ποια άλλη θα μπορούσε να ήταν; Ποια ψυχή θα μπορούσε να γυρίσει ουλον τον κόσμο μου 360 μοίρες, να με καμει να αλλάξω τρόπο σκέψης τζαι να με κάμει να καταλαβω ότι εμιάληνα; Το παράξενο δαμέ εν τούτο: ενέν πως εφοούμουν ή πως εν ήθελα να μιαλήνω. Απλά εν το πίστευκα πως εν να φτάσω ποττέ μου σε τούτο το σημείο. Να στέκουμε ομπρός που την φουσκωμένη τζοιλιάν της αγαπημένης μου τζαι να μετρώ τες μέρες. Άκουα τους μεγάλους να μιλούν για τούτες τες στιγμές τζαι επίστευκα πως ήταν φτιαγμένοι που άλλον υλικόν. Έφτασε όμως η στιγμή να ερτω αντιμετωπος με την πραγματικότητα. Είμαι τζαι εγώ φτιαγμένος που το ίδιο υλικό αραγες σου; Πάντα εθώρουν τους γονείς μου σαν κάτι ακλόνητους γίγαντες, έναν σταθερό σημείο στην ζωή μου. Τζαι τους θκυό τους θυμούμαι τους πάντα τζιαμέ - όι απλά με την παρουσία τους αλλά με την σιουρκάν τους. Ποττέ μου εν αμφέβαλλα ότι είχαν τες λύσεις. Εξαφανίζαν ούλα μου τα προβλήματα πάντα με θάρρος, λες τζαι εν εφοούνταν τίποτε. Τωρά αρκεύκω τζαι καταλάβω τον ρόλο τους. Τον ρόλο που εν να πρέπει να αναλάβω εγώ. Τζαι ξαφνικά διερωτούμαι: εφοούνταν τζαι τζείνοι έτσι; Γιατί εγώ φοούμαι. Όι που κανέναν κίνδυνο. Φοούμαι ότι τζιαμέ που είχα κάποιον να στέκει ομπρος μου, κάποτε εν θα έσιει κανέναν. Ήρτεν η σειρά μου, να σταθώ εγώ μπροστά, να γίνω η σιουρκά, η δύναμη, η ασπίδα. Εμιάληνα...Τζαι νιώθω το με τρόπους που εν εξαναπρόσεξα. Όι που τα χρόνια που επεράσαν τζαι τον τζειλιόν που εκατέβασα. Εσυνειδητοποίησα πως ήρτεν η σειρά μου. Πάντα ενόμιζα πως το να μεγαλώσεις σημαίνει να καταλάβεις νάκκον παραπάνω πράματα. Αλλά τωρά, καταλάβω πως το να μεγαλώνεις σημαίνει να γίνεις ο άνθρωπος που οι υπόλοιποι μπορούν να στηριχτούν πάνω του. Τζαι έτσι εν να γίνει. Σύντομα εν να με θωρεί τζαι τζείνη όπως εθώρουν τζαι εγώ τους γονείς μου. Εν να με θωρεί δυνατό, ακλόνητο, παντογνώστη! Εν η σειρά μου τωρά να έχω τες απαντήσεις. Εν η σειρά μου τωρα να θκιωχνω τα τέρατα που εν χωσμένα μες το ερμάριν. Γιατι τουτος εν ο ρολος μου, τουτος εν ο σκοπος μου πιον. Τζιείνη όμως, εν πρέπει να δει τες ρωγμές μου. Εν πρεπει να ξέρει ότι τρέμω τζι εγώ για το τι πατερας θα γινω. Εν θα ξέρει ότι κάποτε αναρωθκιούμουν αν θα φκάλω το σχολείο ή όι. Εν θα ξέρει ότι πίσω που κάθε μου απάντηση, εν να υπάρχει η αμφιβολία. Εν θα υποψιαστεί ποττέ ότι πίσω που κάθε πράξη δύναμης, υπάρχει ο φόβος αμπά τζαι απογοητεύσω την. Τζαι σαν τα σκέφτομαι τούτα ούλα, βλέπω τους γονιούς μου με άλλα μάθκια. Σαν να καταλάβω τωρά πιον, πως ποττέ εν είχαν ούλες τες απαντήσεις. Απλά επροσπαθούσαν, όπως εν να προσπαθώ τζαι εγώ. Είμαι σίουρος ότι τούτα εν να τα θκιαβάζει κάποτε τζαι εν να γελά η κοράσα μου. Γιατί η ύπαρξή της τζαι μόνο έκαμε με να θωρώ τα πάντα με άλλο μάτι, να μετρώ τον χρόνο αλλιώς, όι σε μέρες ή μήνες, αλλά σε άλλη μονάδα μέτρησης που ένεν τόσο άμεσα δεμένη με εμένα: πότε εν να κλωτσήσει, πότε εν να ακούσει την φωνή μου, πότε εν να έρτει. Εμιάληνέν με η κοράσα μου. Άρκεψα να σκέφτουμαι τι άνθρωπος θέλω να γίνω, όι μόνο για μένα, αλλά για τζιείνη. Το πιο παράξενο όμως που ούλα πιον ένι; Ότι επροκάλεσέν μου τούτο ούλο το σαρδάμ, χωρίς να ξέρει καν ότι υπάρχω. Ίσως μια μέρα όμως, άμαν μιαλήνει τζαι τζείνη να βρεθεί τζαι τζείνη αντιμέτωπη με τις ίδιες σκέψεις. Ίσως τότε να ξέρει τζαι να πει τζαι τζεινη του εαυτού της... "εμιαληνα" M.E